Η ιστορία πίσω από τη Γιορτή της Μητέρας
Το
2014 ήταν το έτος που η Γιορτή της Μητέρας έκλεισε έναν αιώνα. Η
ιστορία που κρύβεται πίσω από την ημέρα, η οποία σήμερα είναι γνωστή
κυρίως για τον εμπορικό της χαρακτήρα, είναι πολύ διαφορετική και, ίσως
όπως έχει χαρακτηριστεί, πιο "σκοτεινή" από ό,τι περιμένει κανείς.
Η
Γιορτή της Μητέρας θεωρείται ένας καλός λόγος για γλυκά, λουλούδια,
κάρτες και μικρές δόσεις ειλικρίνειας για την αγάπη και την εκτίμηση που
τρέφουμε προς το πρόσωπο που μας έφερε στη ζωή. Η συγκεκριμένη ημέρα
ωστόσο σύμφωνα με το National Geographic, έχει πιο μελαγχολικές ρίζες.
Ξεκίνησε σαν ημέρα μνήμης και πένθους των γυναικών που είχαν χάσει τα
παιδιά τους, και γενναίους στρατιώτες στον πόλεμο, υπενθυμίζοντας πως ο
αγώνας μέχρι την ειρήνη είναι μακρύς. Όταν η επέτειος άρχισε να
εμπορευματοποιείται, η μεγαλύτερη υποστηρίκτρια της ιδέας, Anna Jarvis
εναντιώθηκε με όλα τα μέσα, καταλήγοντας να πεθάνει μόνη και χωρίς
χρήματα σε ένα σανατόριο.Για την ακρίβεια, όλα ξεκίνησαν τη δεκαετία του 1850, όταν με διοργανώτρια την μητέρα της Anna, μια εθελοντική ομάδα γυναικών από τη δυτική Βιρτζίνια πρωτοστατούσε για την καλυτέρευση των συνθηκών υγιεινής, την προσπάθεια μείωσης της παιδικής θνησιμότητας και τον περιορισμό μόλυνσης του γάλακτος, σύμφωνα με την ιστορικό του Wesleyan College, Katharine Antolini. Μέλημα των γυναικών ήταν παράλληλα η φροντίδα των τραυματισμένων στρατιωτών και από τα δύο μέτωπα του αμερικανικού εμφυλίου, (1861- 1865).
Στα χρόνια που ακολούθησαν μετά τον πόλεμο, η Jarvis και οι υπόλοιπες γυναίκες οργάνωναν πικνίκ “Φιλίας” και πραγματοποιούσαν συμβολικές εκδηλώσεις με σκοπό την ενεργό πολιτική δράση του γυναικείου πληθυσμού για την προώθηση της ειρήνης και τη συμφιλίωση των δύο πλευρών. Με στόχο ακριβώς έναν ενεργό πολιτικό ρόλο από την πλευρά των γυναικών, πέρα από τη μητέρα της Anna που είχε συνθέσει “Ύμνο μάχης για τη Δημοκρατία” και είχε συντάξει τη Διακήρυξη για τη Γιορτή της Μητέρας, η συγκεκριμένη ημέρα καθιερώθηκε κυρίως, από την κόρη της, Anna.
Η ίδια οργάνωσε τον πρώτο εορτασμό της Μέρας της Μητέρας το 1908 καθώς είχε επηρεαστεί έντονα από τον θάνατο της μητέρας της το 1905. Στις 10 Μαΐου της ίδιας χρονιάς, είχαν προγραμματιστεί εκδηλώσεις στον τόπο όπου είχε γεννηθεί η Jarvis, στο Grafton της δυτικής Βιρτζίνια. Μια εκκλησία μάλιστα ανάμεσα στα μέρη που έγιναν οι εκδηλώσεις, τώρα έχει μετονομαστεί σε Διεθνή Βωμό της Ημέρας της Γυναίκας. Μέσω των προσπαθειών της Jarvis, η Ημέρα της Μητέρας άρχισε να γιορτάζεται σε περισσότερες πόλεις μέχρι που ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Woodrow Wilson το 1914 καθιέρωσε ως επίσημη ημέρα την δεύτερη Κυριακή του Μάη.
Όπως είχε σημειώσει χαρακτηριστικά η Wesleyan Antolini από τη δυτική Βιρτζίνια, “Για την Jarvis ήταν η μέρα που θα καθόσουν σπίτι για να περάσεις χρόνο με τη μητέρα σου και να την ευχαριστήσεις για όλα όσα είχε κάνει για σένα”. Ενώ όπως η ίδια προσθέτει, “Δεν ήταν μια γιορτή για όλες τις μαμάδες. Ήταν για την καλύτερη μαμά που είχες την τιμή να γνωρίσεις στη ζωή σου,τη δική σου μαμά δηλαδή, είτε ως γιος είτε ως κόρη”. Γι' αυτόν τον λόγο, η Jarvis επέμενε για τον ενικό αριθμό της γιορτής, “Mother's Day” και όχι για τον πληθυντικό, “Mothers' Day”. Η επιτυχής έκβαση της γιορτής ωστόσο που είχε ξεκινήσει από την Jarvis, σύντομα μετατράπηκε σε αποτυχία για την ίδια.
Δώρα, γλυκά, λουλούδια, κάρτες αρχίζουν να τροποποιούν τον χαρακτήρα της γιορτής, αποδίδοντάς του μια ανεπιθύμητη διάσταση. Η Jarvis αποφασίζει να λάβει δράση για να επιστρέψει την Ημέρα της Μητέρας στις αρχικές της ρίζες, αφιερώνοντας ένα σημαντικό μέρος από την κληρονομιά της. Με συνεχόμενες διαμαρτυρίες ακόμη και κατά τη διάρκεια ενός συνεδρίου εμπόρων ζαχαροπλαστικής στη Φιλαδέλφεια, η Anna δεν σταματά να μάχεται μέχρι τις αρχές του 1940 όπου και πεθαίνει μόνη και απένταρη, σε σανατόριο της Φιλαδέλφεια.
Η ίδια θα μπορούσε να έχει επωφεληθεί από την ταυτότητα που δόθηκε αργότερα στην ημέρα αλλά προτίμησε να αποστασιοποιηθεί από το πνεύμα του καταναλωτισμού. Στη Γιορτή της Μητέρας υπολογίζεται ότι ανταλλάσσονται 133 εκατομμύρια κάρτες ενώ σύμφωνα με την Εθνική Ομοσπονδία Λιανικού Εμπορίου, οι συνολικές δαπάνες αναμένεται να φτάσουν για μια ακόμη χρονιά, τα 19.9 δισεκατομμύρια δολάρια.
Είναι απλό. Αυτή η ημέρα χρειάζεται μόνο δυο ειλικρινείς κουβέντες, λίγα λόγια που νομίζεις ότι δεν προλαβαίνεις να πεις όλες τις υπόλοιπες ημέρες του έτους στη μητέρα σου, σε κάθε αγαπημένο σου πρόσωπο. Μακριά από κάθε εμπορική διάθεση, και από κάθε ακρ
Τι γιορτάζουμε την ημέρα της μητέρας;
Η γιορτή της μητέρας είναι μια μοντέρνα γιορτή η οποία είναι αφιερωμένη φυσικά σε όλες τις μητέρες, στη μητρότητα, στους μητρικούς δεσμούς και στην επιρροή των μητέρων στη κοινωνία συνολικά.
Αντίστοιχα υπάρχει και η γιορτή του πατέρα για τους πατεράδες όλου του κόσμου.
Κατά μία άποψη η γιορτή της μητέρας σχετίζεται με τη γιορτή της Κυβέλης, μητέρας θεών και ανθρώπων στην αρχαία Ελλάδα ή με τα αντίστοιχα Ιλάρια στην αρχαία Ρώμη αν και οι γιορτές αυτές δεν ήταν αφιερωμένες στην μητρότητα αυτή καθεαυτή.
Κατά μία άλλη άποψη, η πρώτη γιορτή της μητέρας ήταν αφιερωμένη στη θεά Ρέα, μητέρα του Δία και του Ποσειδώνα.
Στην πραγματικότητα, ο εορτασμός της μέρας αυτής, με την μορφή που έχει σήμερα ξεκίνησε από τις ΗΠΑ στις αρχές του 20ου αιώνα.
αίο καταναλωτικό πνεύμα, οι άνθρωποι που είναι δίπλα μας αξίζει να ξέρουν τι νιώθουμε για εκείνους.
Δείτε ποιήματα αφιερωμένα στη μητέρα, από το blog anthipatsouri.wordpress.com
Η ΜΑΝΟΥΛΑ-Στέλιος Σπεράντσας
Ποιός την κούνια μας κουνάει,
όταν είμαστε μικράκια;
Ποιός χαμογελά στο πλάι
και γλυκά μας λέει λογάκια
και τον ύπνο προσκαλεί;
Η μαμά μας η καλή!
Τα μαλλιά μας ποιός χτενίζει;
Ποιός μας καμαρώνει, αλήθεια;
Ποιός παιχνίδια μας χαρίζει;
Ποιός μας λέει τα παραμύθια
στη φωτίτσα μας σιμά;
Η γλυκιά μας η μαμά!
Κι όταν κάποτε ένα στόμα
κάτι με θυμό μας λέει,
κι όταν παρακούμε ακόμα,
ποιός πονεί και σιγοκλαίει
κι έχει πίκρα στην καρδιά;
Πάντα η μάννα μας, παιδιά!
Ο ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ-Ιωάννης Πολέμης
Μισεύεις για την ξενιτιά και μένω μοναχή μου,
σύρε παιδί μου στο καλό και σύρε στην ευχή μου.
Τριανταφυλλένια η στράτα σου, κρινοσπαρμένοι οι δρόμοι,
για χάρη σου ν’ ανθοβολούν και τα λιθάρια ακόμη.
Τα δάκρυά μου να γεννούν διαμάντια σ’ ό,τι αγγίζεις
και το ποτήρι της χαράς ποτέ να μη στραγγίζεις.
Να πίνεις και να ξεδιψάς και να ‘ναι αυτό γεμάτο,
σα να ‘ναι η βρύση από ψηλά κι εσύ να ‘σαι από κάτω.
Εκεί, παιδί μου, που θα πας, στα μακρινά τα ξένα,
δίχτυα πολλά κι οξόβεργες θα στήσουνε για σένα.
Παιδί μου, αν εμένανε πάψεις να με θυμάσαι,
με δίχως βαρυγκώμηση συχωρεμένος να ‘σαι.
Κι αν πάλι το φτωχό καλύβι μας, ντροπή σου φέρνει,
ωστόσο και πάλι θα ‘μαι πρόθυμη, συχώρεση να δώσω.
Μ’ αν την πατρίδα απαρνηθείς που τη λατρεύουμε όλοι,
να ‘ναι η ζωή σου, όπου κι αν πας, αγκάθια και τριβόλοι.
Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ-Άγγελος Βλάχος
Ένα παιδί, μοναχοπαίδι, αγόρι,
αγάπησε μιας μάγισσας την κόρη.
- Δεν αγαπώ εγώ, του λέει, παιδιά,
μ’ αν θέλεις να σου δώσω το φιλί μου,
της μάνας σου να φέρεις την καρδιά
να ρίξω να τη φάει το σκυλί μου.
Τρέχει ο νιος, τη μάνα του σκοτώνει
και την καρδιά τραβάει και ξεριζώνει.
Και τρέχει να την πάει, μα σκοντάφτει
και πέφτει ο νιος κατάχαμα με δαύτη.
Κυλάει ο νιος και η καρδιά κυλάει
και την ακούει να κλαίει και να μιλάει.
Μιλάει η μάνα στο παιδί και λέει:
- Εχτύπησες, αγόρι μου; και κλαίει!
ΜΑΝΑ-Γεράσιμος Μαρκοράς
Μάνα! Δεν βρίσκεται λέξη καμία
να’ χει στον ήχο της τόση αρμονία,
σαν ποιός να σ’ άκουσε με στήθος κρύο,
όνομα θείο;
Παιδί από σπάργανα ζωσμένο ακόμα,
με χάρη ανοίγοντας γλυκά το στόμα,
γυρνάει στον άγγελο που τ’ αγκαλιάζει
και Μάνα! κράζει.
Στον κόσμο τρέχοντας ο νέος διαβάτης
πέφτει στ’ αγνώριστα βρόχια τσ’ απάτης,
και αναστενάζοντας, Μάνα μου! λέει,
Μάνα! και κλαίει.
Της νιότης φεύγουνε τ’ άνθια κ’ η χάρη
τριγύρω σέρνεται με αργό ποδάρι,
ώσπου στην κλίνη του, σα βαρεμένος,
πέφτει ο καημένος.
Και πριν την ύστερη πνοή του στείλει,
αργά ταράζονται τα κρύα του χείλη,
και με το Μάνα μου! πρώτη φωνή του,
πετά η ψυχή του.
ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΜΟΥ ΠΑΙΔΙ-Κική Δημουλά
Το μικρό μου παιδί
σοβαρή αταξία έκανε πάλι.
Στο πεζούλι του σύμπαντος σκαρφάλωσε,
σκούντησε με το χέρι του
το κρεμασμένο
στον τοίχο τ’ ουρανού
κόκκινο πιάτο,
κι έχυσε όλο το φως επάνω του.
Ο Θεός απόρησε
που είδε τον ήλιο
ντυμένο ρούχα παιδικά
να κατεβαίνει τρέχοντας
της φαντασίας μου τη σκάλα
και να έρχεται σε μένα.
Κι εγώ κάθομαι τώρα
και μαλώνω αυστηρά
το μικρό μου παιδί,
ενώ κλέβω κρυφά
τον χυμένο επάνω του ήλιο.
Η ΜΑΝΟΥΛΑ-Στέλιος Σπεράντσας
Ποιός την κούνια μας κουνάει,
όταν είμαστε μικράκια;
Ποιός χαμογελά στο πλάι
και γλυκά μας λέει λογάκια
και τον ύπνο προσκαλεί;
Η μαμά μας η καλή!
Τα μαλλιά μας ποιός χτενίζει;
Ποιός μας καμαρώνει, αλήθεια;
Ποιός παιχνίδια μας χαρίζει;
Ποιός μας λέει τα παραμύθια
στη φωτίτσα μας σιμά;
Η γλυκιά μας η μαμά!
Κι όταν κάποτε ένα στόμα
κάτι με θυμό μας λέει,
κι όταν παρακούμε ακόμα,
ποιός πονεί και σιγοκλαίει
κι έχει πίκρα στην καρδιά;
Πάντα η μάννα μας, παιδιά!
Ο ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ-Ιωάννης Πολέμης
Μισεύεις για την ξενιτιά και μένω μοναχή μου,
σύρε παιδί μου στο καλό και σύρε στην ευχή μου.
Τριανταφυλλένια η στράτα σου, κρινοσπαρμένοι οι δρόμοι,
για χάρη σου ν’ ανθοβολούν και τα λιθάρια ακόμη.
Τα δάκρυά μου να γεννούν διαμάντια σ’ ό,τι αγγίζεις
και το ποτήρι της χαράς ποτέ να μη στραγγίζεις.
Να πίνεις και να ξεδιψάς και να ‘ναι αυτό γεμάτο,
σα να ‘ναι η βρύση από ψηλά κι εσύ να ‘σαι από κάτω.
Εκεί, παιδί μου, που θα πας, στα μακρινά τα ξένα,
δίχτυα πολλά κι οξόβεργες θα στήσουνε για σένα.
Παιδί μου, αν εμένανε πάψεις να με θυμάσαι,
με δίχως βαρυγκώμηση συχωρεμένος να ‘σαι.
Κι αν πάλι το φτωχό καλύβι μας, ντροπή σου φέρνει,
ωστόσο και πάλι θα ‘μαι πρόθυμη, συχώρεση να δώσω.
Μ’ αν την πατρίδα απαρνηθείς που τη λατρεύουμε όλοι,
να ‘ναι η ζωή σου, όπου κι αν πας, αγκάθια και τριβόλοι.
Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ-Άγγελος Βλάχος
Ένα παιδί, μοναχοπαίδι, αγόρι,
αγάπησε μιας μάγισσας την κόρη.
- Δεν αγαπώ εγώ, του λέει, παιδιά,
μ’ αν θέλεις να σου δώσω το φιλί μου,
της μάνας σου να φέρεις την καρδιά
να ρίξω να τη φάει το σκυλί μου.
Τρέχει ο νιος, τη μάνα του σκοτώνει
και την καρδιά τραβάει και ξεριζώνει.
Και τρέχει να την πάει, μα σκοντάφτει
και πέφτει ο νιος κατάχαμα με δαύτη.
Κυλάει ο νιος και η καρδιά κυλάει
και την ακούει να κλαίει και να μιλάει.
Μιλάει η μάνα στο παιδί και λέει:
- Εχτύπησες, αγόρι μου; και κλαίει!
ΜΑΝΑ-Γεράσιμος Μαρκοράς
Μάνα! Δεν βρίσκεται λέξη καμία
να’ χει στον ήχο της τόση αρμονία,
σαν ποιός να σ’ άκουσε με στήθος κρύο,
όνομα θείο;
Παιδί από σπάργανα ζωσμένο ακόμα,
με χάρη ανοίγοντας γλυκά το στόμα,
γυρνάει στον άγγελο που τ’ αγκαλιάζει
και Μάνα! κράζει.
Στον κόσμο τρέχοντας ο νέος διαβάτης
πέφτει στ’ αγνώριστα βρόχια τσ’ απάτης,
και αναστενάζοντας, Μάνα μου! λέει,
Μάνα! και κλαίει.
Της νιότης φεύγουνε τ’ άνθια κ’ η χάρη
τριγύρω σέρνεται με αργό ποδάρι,
ώσπου στην κλίνη του, σα βαρεμένος,
πέφτει ο καημένος.
Και πριν την ύστερη πνοή του στείλει,
αργά ταράζονται τα κρύα του χείλη,
και με το Μάνα μου! πρώτη φωνή του,
πετά η ψυχή του.
ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΜΟΥ ΠΑΙΔΙ-Κική Δημουλά
Το μικρό μου παιδί
σοβαρή αταξία έκανε πάλι.
Στο πεζούλι του σύμπαντος σκαρφάλωσε,
σκούντησε με το χέρι του
το κρεμασμένο
στον τοίχο τ’ ουρανού
κόκκινο πιάτο,
κι έχυσε όλο το φως επάνω του.
Ο Θεός απόρησε
που είδε τον ήλιο
ντυμένο ρούχα παιδικά
να κατεβαίνει τρέχοντας
της φαντασίας μου τη σκάλα
και να έρχεται σε μένα.
Κι εγώ κάθομαι τώρα
και μαλώνω αυστηρά
το μικρό μου παιδί,
ενώ κλέβω κρυφά
τον χυμένο επάνω του ήλιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου