Ο Πειραιάς της νιότης του ποιητή Ν. Καββαδία
Ο Νίκος Καββαδίας ζωγραφισμένος απο τον φίλο και συμμαθητή του Γιάννη Τσαρούχη το 1950 |
της Νανάς Ιωαννίδου
1910: Γεννήθηκε απο Κεφαλλήνες
γονείς στο Nikolski Oussouriski στο Χαρμπίν της Μαντσουρίας από τον
Χαρίλαο Καββαδία και την Δωροθέα Αγγελάτου και είχε άλλα τρία αδέλφια.
1914: Επιστροφή στην Άσσο και Αργοστόλι Κεφαλλονιάς, μέσω Υπερσιβηρικού σιδηροδρόμου, Κωνσταντινούπολης - Αθηνών!
1921: Μετακόμιασε στον Πειραιά στην Φρεαττύδα, στην οδό Φραγκιαδών και αργότερα στην οδό Βούλγαρη 118 στην Ζέα.
Εδώ τελείωσε το Δημοτικό, στο σχολείο αδελφών Μπάρδη στην Ζέα. Συμμαθητές του ο Γιάννης Τσαρούχης και ο Παπα-πυρουνάκης.
Η αδελφή του Τζένια μας διηγείται:
"Εκεί στο Δημοτικό, άρχισε να
εκδηλώνει κάποια κλίση προς το γράψιμο. Με συνδρομές που πήρε από θείες,
θείους και φίλους έβγαλε ένα τετρασέλιδο φυλλάδιο σατιρικό που είχε
τίτλο "Σχολικός Σάτυρος" (με ύψιλον από άγνοια βέβαια), όπου
σατίριζε τους συμμαθητές και τις συμμαθήτριές του. Το φυλλάδιο αυτό
τυπώθηκε σε τυπογραφείο.
Τα καλοκαίρια ταξίδευε με τον πατέρα
μας αν και εντεκάχρονος με το επιβατικό πλοίο "Πολικός", όπου εργαζόταν ο
πατέρας ως τροφοδότης, με διαδρομή Πειραιά, Θεσσαλονική, Σμύρνη,
Κωνσταντινούπολη. Σε μερικούς μήνες, φτάσανε τα πλήθη της προσφυγιάς από
την Μικρασιατική Καταστροφή, εφιάλτης με άπειρη γραφικότητα. Σε πολλούς
δρόμους σχηματίζονταν τεράστιες ουρές έξω από τα σπίτια που είχαν την
επιγραφή "Περίθαλψη Προσφύγων" για να πάρουν κάποιο χαρτί ή δελτίο που
τους έδινε δικαίωμα σε διάφορες παροχές.
Άρχισαν να σχηματίζονται στις ακραίες
γειτονιές οικισμοί από ξύλινες παράγκες που στην καθεμιά ζούσαν έξι ή
οκτώ άτομα χωρίς αποχέτευση - μια κόλαση.
Ήταν όμως άνθρωποι εργατικοί,
πολυμήχανοι. Ο Πειραιάς γέμισε ξαφνικά από πλανόδια καροτσάκια που
πουλούσαν διάφορα ανατολίτικα ζαχαρωτά, παγωτά σε χωνάκια και σάμαλι. Ο
σαλεπιτζής περνούσε κάθε πρωί διαλαλώντας το εμπόρευμά του από τους
δρόμους του Πειραιά. Οι γυναίκες εκπληκτικές σε γενναιότητα και
εγκαρτέρηση. Τον πρώτο καιρό λιγόστεψαν τα τρόφιμα - δεν έφτανε το νερό.
Σκοτωμός γινότανε όταν περνούσε το
βράδυ ο νερουλάς και κατέβαιναν οι υπηρέτριες από τα ψηλά σπίτια και οι
νοικοκυρές από τα χαμηλά για να γεμίσουν τη στάμνα τους με νερό του
Πόρου.
Έκκληση έκαναν οι αρχές στα μεγάλα
σπίτια να νοικιάσουν ένα δωμάτιο σε πρόσφυγες. Η οικογένεια είχε
νοικιάσει ένα σπίτι με έξι δωμάτια, έτσι έδωσαν δωμάτιο σ΄ ένα ζευγάρι
μεσήλικων από τον Τσεσμέ, με την ψυχοκόρη τους. Ήταν άγιοι άνθρωποι -
βιβλικοί - από αρχοντική οικογένεια. Ζήσαμε αρμονικά μαζί τους δύο ή
τρία χρόνια.
Τους αγαπήσαμε και μας αγαπήσαν. Μας μεταφέραν έναν άλλο πολιτισμό και την καρτερία τους.
Τέλεια αντίθεση με τον πρόσφυγα της
Τσαρικής Ρωσίας. Αυτός δεν σήκωνε τον ξεπεσμό. Πώς να προσαρμοστεί σ΄
αυτή τη στενεμένη ζωή ο άνθρωπος που έζησε σε μια αστική κοινωνία της
αφθονίας, του πλούτου και της αλόγιστης σπατάλης;
Αργότερα μαζί μ΄ έναν άλλο πρόσφυγα
πλούσιο επιχειρηματία της Πετρούπολης, ο πατέρας άνοιξε ένα μικρό
κατάστημα τροφίμων, κοντά στο Πασαλιμάνι, μ΄ ένα μεγάλο δωμάτιο στο πίσω
μέρος. Εκεί μαζεύονταν οι Ρώσοι εμιγκρέδες του Πειραιά - γιατρός
Σενιώφ, Ναύαρχος Ρεβελιώτης, Στρατηγός Ρασντερίσιν-, περνούσαν τ΄
απογεύματα πίνοντας βότκα και κάνοντας σχέδια και προγράμματα επιστροφής
στην πατρίδα. Ένας τόπος συνάντησης ναυαγών χωρίς σωτηρία...
Απέναντι ακριβώς από το μαγαζί που
ήταν κοντά στην Γαλλική Σχολή βρισκόταν και το παλιό γυμναστήριο του
Πειραιά, που ανήκε στον Πειραϊκό και εκεί πήγαιναν τ΄ απογεύματα να
παίξουν και να γυμναστούν ο Νίκος Καββαδίας και τ΄ αδέλφια του, κάτω από
την αυστηρή επίβλεψη του πατέρα.
Στο Γυμναστήριο ο Καββαδίας γνώρισε
τον πρωταθλητή της πυγμαχίας Νίκο Μενεξή και πήρε μαζί του μαθήματα. Κι
ενώ η κράση του και ο χαρακτήρας του δεν δικαιολογούσαν μια τέτοια
επίδοση, αυτός σ΄ όλη του τη ζωή δεν έπαψε ν΄ αγαπάει αυτό το άθλημα. Τ΄
αγόρια πήγαιναν και στο θέατρο Χρυστοστομίδη στη Ζέα, στον Καραγκιόζη,
στον κινηματογράφο.
Ευτυχώς το καταφύγιο αυτό των Ρώσων εμιγκρέδων δεν κράτησε πολύ, έκλεισε πάνω στον δεύτερο χρόνο.
Στον Πειραιά ο Καββαδίας και τ΄
αδέλφια του αποφοίτησαν από το Γυμνάσιο της Γαλλικής σχολής Saint Paul.
Εκεί είχε συμμαθητή το γιό του Παύλου Νιρβάνα, τον Κώστα Αποστολίδη που
του γνώρισε τον πατέρα του.
Έμενε τότε ο Νιρβάνας σ΄ ένα σπίτι
δίπατο αρχοντικό στο Νέο Φάληρο. Ο Καββαδίας πήγαινε συχνά. Ο Νιρβάνας
υπήρξε για τον δεκαπεντάχρονο Καββαδία ο πρώτος δάσκαλος.
Στον Πειραιά ο Καββαδίας και τ΄ αδέλφια του αποφοίτησαν από το Γυμνάσιο της Γαλλικής σχολής Saint Paul |
Του διάβαζε τα ποιήματα που έγραφε -
βρίσκεται ανάμεσα στα βιβλία της εποχής εκείνης ένας μικρός τόμος με
χρονογραφήματα και με την αφιέρωση: "Στο μικρό μου φίλο Ν. Καββαδία, από
εκτίμηση στο νεαρό του τάλαντο".
Συχνά ο ηλικιωμένος συγγραφέας και ο
νεαρός ποιητής κάνανε μακρινούς περιπάτους στους ήσυχους δρόμους του
ήρεμου προαστίου με τις διάσπαρτες βίλες στο Νέο Φάληρο.
Ένα είδος σιωπηλής λατρείας είχε ο μικρός Καββαδίας για τον πολιτισμένο και σοφό άνθρωπο, που του φέρθηκε σαν ίσος προς ίσο".
"Μαραμπού" - πρώτη έκδοση του 1933 |
1928: Δημοσιεύει στην ημερήσια εφημερίδα του Πειραιά, τη "Σημαία" το πρώτο του ποίημα ο "Θάνατος της παιδούλας"
το υπέγραψε ως Πέτρος Βαλχάλας. Το 1929 πεθαίνει ο πατέρας. Ταξιδεύει,
αφήνοντας το ναυτικό γραφείο του Ζωγράφου που πρακτόρευε τα βαπόρια των
αδελφών της μητέρας.
Η Πειραϊκή Εφημερίδα "ΣΗΜΑΙΑ" στην οποία ο Καββαδίας δημοσίευσε το πρώτο του ποίημα με τίτλο "Θάνατος της παιδούλας" (1928) |
1932: Δημοσίευσε σε συνέχειες την "απίστευτη ιστορία του λοστρόμου Νακαχαναμόκο" στην εβδομαδιαία εφημερίδα "Πειραϊκό Βήμα" όπως και εντυπώσεις από τα ταξίδια του από την Αλεξάνδρεια, Μασσαλία, Πορτ Σάιντ, όπως και το "ημερολόγιο ενός Τιμονιέρη" και πολλά άλλα.
1933: Δημοσιεύει την πρώτη του ποιητική συλλογή "Μαραμπού", που της αφιέρωσε πολύ επαινετική κριτική ο Φώτης Πολίτης, στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας "Πρωΐα".
"Το 1933 αφήσαμε τον Πειραιά και εγκατασταθήκαμε πλέον στην Αθήνα....".
Ο Καββαδίας με τους φίλους του στο Μικρολίμανο (1974) |
Ολόκληρος ο λογοτεχνικός κόσμος τον
ανεγνώρισε αμέσως. Πολλοί από αυτούς ήταν φίλοι του, αλληλογραφούσαν,
ήταν η παρέα του. Οι καλλιτέχνες, οι σημαντικοί της εποχής του τον
αγάπησαν κι αυτοί, είχε δια βίου παρέες καλλιτεχνικές. Σαν άνθρωπος
ομολογούν όλοι όσοι τον έζησαν, υπήρξε σεμνός, με μεγάλο χιούμορ κι
αγάπη για τους ανθρώπους.
Απέκτησε το δίπλωμα του Ραδιοτηλεγραφητή και μέχρι που έφυγε από τη ζωή, το 1975, ελάχιστες ήταν οι φορές που έμεινε ξέμπαρκος.
Στο Μικρολίμανο μας άφησε και την
τελευταία φωτογραφία του με την παρέα του Ηλία Πετρόπουλου και Ηλία
Παπαδημητρακόπουλου και άλλων φίλων του. Πλήθος αναφορές από φίλους του
για τα ταβερνάκια που του άρεσαν να πηγαίνει. Παντού όταν γινόταν
στεριανός, όπως μια βραδυά στου "Βασίλαινα" στον Πειραιά, με μεγάλη
παρέα ηθοποιών.
Ο Νίκος Καββαδίας άφησε μόνο τρεις
ποιητικές συλλογές, ένα μυθιστόρημα, τρία μικρά πεζογραφήματα και πολύ
αλληλογραφία στους δικούς του και στους φίλους του εξαιρετικής
λογοτεχνικής γραφής.
Έχουν γραφεί πολλές σημαντικές μελέτες
για το έργο του. Έχουν χαρτογραφηθεί και έχουν αναζητηθεί με παλιές
φωτογραφίες και τα μέρη που περιγράφει στα ποιήματά του.
Εδώ σταθήκαμε μόνο στον Πειραιά της
νιότης του, που ανδρώθηκε και τώρα πια γνωρίζουμε καλά ότι αυτός ο
πολυδιαβασμένος ποιητής μας δεν είναι μόνο ο ποιητής της θάλασσας όπως
συνήθως λένε, αλλά χρησιμοποίησε τις εμπειρίες του στη θάλασσα σαν
ναυτικός, για να κολυμπήσει η φαντασία του στο διαχρονικό ταξίδι της
ίδιας της ποίησης, αλλά και της ζωής και μας παίρνει μαζί του σ΄ αυτή
την περιπλάνησή του, σε μια βαθύτερη περισυλλογή, στην άγρια μοναξιά της
ψυχής μας.
Πληροφορίες από:
Τζένια Καββαδία "Σύντομο βιογραφικό. Τα πρώτα χρόνια" Εκδόσεις Άγρα
Κεφαλονίτικα Νέα
Ένθετο Καθημερινής Ν. Καββαδίας
Εθνικό Κέντρο Βιβλίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου