Για τo όνομα της Παναγίας!
Κάθε χρόνο στις 15 Αυγούστου, εν μέσω του καλοκαιριού είμαστε καλεσμένοι σε μια παράξενη κηδεία. Πρόκειται για μια παράξενη τελετή, αφού στη διάρκειά της δεν θα ακούσετε θρήνους, δεν θα δείτε ανθρώπους θλιμμένους αλλά το αντίθετο. Εδώ και 2.000 χρόνια εκατομμύρια άνθρωποι «αποχαιρετούν» με γλέντια μια Εβραία, τη Μαριάμ από τη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας. Κι αυτό γιατί για αυτούς ο θάνατος είναι γέννηση, γέννηση στους ουρανούς.
Γράφει ο Γιώργος Κοκκόλης
Αυτό το «Πάσχα του καλοκαιριού» πέρα από την πλούσια λαογραφική παράδοση και την πρωτοφανή έκταση και ένταση του εορτασμού λειτουργεί αποκαλυπτικά, αφού στο πρόσωπο της Παναγίας προσωποποιείται όχι μόνο η γυναίκα ή η μάνα αλλά εν τέλει η ίδια η ζωή.
Ένας κλασσικός μύθος που όμως έχει γίνει η καθεστηκυία αντίληψη, παρουσιάζει τον Χριστιανισμό σαν μια πίστη που (πέραν όλων των άλλων κακών που έχει κάνει) είναι ανδροκρατούμενη και εμποτισμένη από μισογυνισμό. Ο λόγος βρίσκεται στο περίφημο προπατορικό αμάρτημα και το γεγονός ότι οι γυναίκες δεν μπορούν να ιερουργήσουν.
Αντίθετα από τη διαδεδομένη αντίληψη, ο Χριστιανισμός αποδίδει πολύ μεγάλη σημασία στη γυναίκα. Τόσο στο πρόσωπο της Παναγίας και των γυναικών αγίων όσο και στο δόγμα η γυναίκα έχει (υπαινικτική πολλές φορές) αλλά κεντρική θέση. Η Αγία Ιερουσαλήμ, παρομοιάζεται με γυναίκα, η Εκκλησία είναι η σύζυγος του Νυμφίου Χριστού ενώ η πρώτη εμφάνιση του ανεστημένου Ιησού γίνεται σε γυναίκες.
Και η Εύα; Τι γίνεται με την πρώτη γυναίκα που «ηπάτισε τον Αδάμ» και για χάρη της βασανίζονται γενεές γενεών πιστών; Προσπαθήστε να δείτε την ιστορία της Γενέσεως πέρα από το δικανικό σχήμα με το οποίο την μάθαμε, δηλαδή ότι ο άνθρωπος εξορίσθηκε από τον Παράδεισο επειδή παρενέβη την εντολή του Θεού. Αυτή η «κλασσική» ανάγνωση εντοπίζει τη ν ενοχή στο πρόσωπο της Εύας, αφού αυτή παρασύρθηκε από τον Όφι και έφαγε τον καρπό από το δέντρο του Καλού και του Κακού. Η βρώση λοιπόν του καρπού είναι η παράβαση – κι όμως δεν είναι. Βρίσκεται μερικές γραμμές πιο κάτω, όταν ο Θεός φωνάζει τον Αδάμ και ο Αδάμ δεν απαντά- αρνείται τη σχέση. Τελικά εμφανίζεται με το φύλλο συκής κι ο Θεός τον ρωτά γιατί το έκανε αυτό. «Γιατί είμαι γυμνός», απαντά ο Αδάμ. «Πώς γνωρίζεις ότι είσαι γυμνός;» ρωτά ο Θεός, για να πάρει την απάντηση «έφαγα από τον καρπό που η γυναίκα που έβαλες δίπλα μου, μου έδωσε να δοκιμάσω». Αυτή είναι η στιγμή του αμαρτήματος – ο Αδάμ όχι μόνο αρνείται τη σχέση αλλά στην ουσία κατηγορεί το Θεό και την Εύα γιατί φοβάται να αναλάβει την ευθύνη της αυτονόμησής του. Αυτή είναι η Πτώση και κύριος υπεύθυνος είναι ο άνδρας, όχι η γυναίκα.
Δυστυχώς, ιστορικά «νικήτρια» αποδείχθηκε η ερμηνεία του Αυγουστίνου Ίππωνος, που αποτέλεσε και την μήτρα της δυτικής θεολογίας. Ο Αυγουστίνος προσέλαβε μια καθαρά δικανική αντίληψη της αμαρτίας και υποστήριξε ότι μετά το προπατορικό αμάρτημα όλο το ανθρώπινο είδος, που υπήρχε εν σπέρματι στον Αδάμ, είχε διαποτιστεί κληρονομικά από το προπατορικό αμάρτημα.
Η διαφοροποίηση αυτή του δυτικού χριστιανισμού βασίσθηκε στη διόγκωση των συνεπειών αυτής της αμαρτίας, που στον προτεσταντικό χώρο έφθασε μέχρι την πλήρη αμφισβήτηση του ανθρώπινου αυτεξουσίου και την εισαγωγή της θεωρίας του απόλυτου προορισμού (ότι δηλ. η Θεία Χάρη επιλέγει ποιος θα σωθεί και ποιος όχι, ανεξαρτήτως των δικών του ενεργειών).
Το πρόβλημα γρήγορα φάνηκε στον ορίζοντα- αν ισχύει αυτή η «κληρονομική αμαρτία» όλων των ανθρώπων, άρα και η Παναγία δεν είναι αμαρτωλή εκ φύσεως;
Το εμπόδιο ξεπεράστηκε σχετικά... εύκολα όταν το 1854 ο Πάπας Πίος Θ', εισηγήθηκε πέρα από το δόγμα περί Αλαθήτου και αυτό της άμωμου σύλληψης (conceptio immaculata), κατά το οποίο η Παναγία διατηρήθηκε καθαρή από το προπατορικό αμάρτημα κατά τη σύλληψή της με έκτακτη ενέργεια του Θεού.
Σε αυτή ακριβώς τη λογική βασίζεται και ο εμμονικός τρόπος με τον οποίο οι δυτικές εκκλησίες προτάσσουν διαρκώς το ζήτημα της παρθενίας. Στον δυτικό κόσμο η Μαρία είναι πρωτίστως και κυρίως «Παρθένος» Μαρία, λιγότερο «Θεοτόκος» και «Παναγία».
Για την Ανατολική Εκκλησία, η προσέγγιση αυτή ήταν κενή νοήματος αφού μόνη «άσπιλη σύλληψη» είναι εκείνη του Ιησού Χριστού, η δε φυσική ένωση δύο ανθρώπων δεν συνιστά εξ ορισμού αμαρτία, παρά μόνον αν χρησιμοποιείται κατά τρόπο που ακυρώνει την ελευθερία του ανθρώπου. Εδώ υπάρχει και μια κομβική διαφορά μεταξύ Ανατολής -Δύσης ως προς το θέμα της αμαρτίας. Ενώ για τη Δύση η αμαρτία υπάρχει εκ προοιμίου στον άνθρωπο ως ενοχή από την οποία δεν μπορεί να απαλλαχθεί, για την Ανατολή, η αμαρτία διατηρεί την αρχαιοελληνική της έννοια, αυτή της αστοχίας. «Ήμαρτον» φώναζαν οι αρχαίοι τοξοβόλοι όταν δεν πετύχαιναν τον στόχο τους. Μια τέτοια πρόσληψη της αμαρτίας ως αστοχίας έχει μια ιδιαίτερη δυναμική, αφού όχι μόνο δεν θεωρεί ένοχο τον άνθρωπο αλλά του δίνει τη δυνατότητα να δοκιμάζει στο διηνεκές μέχρι να πετύχει το στόχο του.
Έτσι, η αναμαρτησία της Μαρίας προήλθε (πέρα από την θεία συνεργεία) από δική της επιλογή, δηλαδή η ίδια μπορούσε να αντισταθεί στην «έφεση προς το κακό» αν το ήθελε - στοιχείο με ενδιαφέρουσες προεκτάσεις στο μέτωπο μεταξύ ελεύθερης βούλησης & ντετερμινισμού.
Πέραν όμως της βούλησης της Παναγίας, η οποία οικειοθελώς αναλαμβάνει τη θεοτοκία υπάρχει και κάτι βαθιά ανθρώπινο μέσα στον Δεκαπενταύγουστο – είναι αυτή η αίσθηση εγγύτητας προς το πρόσωπό της. Ο Ιησούς μπορεί να είναι Θεάνθρωπος, μπορεί να είναι ένσαρκος αλλά δεν παύει στη συνείδηση του εκκλησιάσματος να είναι Θεός. Αντίθετα η Παναγία, είναι πρώτα και πάνω απ' όλα άνθρωπος, είναι «μια από εμάς». Για αυτό και για την εκκλησιαστική και λαϊκή παράδοση η μητέρα του Χριστού είναι πάντα η πρώτη επαφή, η γέφυρα του ανθρώπου με το υπερβατικό, το υπερφυσικό.
Επιπλέον, η Παναγία έχει και μια άλλη ιδιαιτερότητα: είναι «απόκρυφη», με την έννοια ότι τις περισσότερες πληροφορίες για τη ζωή της τις αντλούμε από το απόκρυφο Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου, ενώ οι αναφορές στα «Κανονικά» Ευαγγέλια είναι ελάχιστες. Και αυτό είναι και η «γροθιά» στην εμμονική προσκόλληση στην «αυθεντία της Γραφής»- που βεβαιώνει ότι η όντως σχέση δεν έχει ανάγκη από αποδεικτική διαδικασία μέσω κάποιου ιερού κειμένου.
Για αυτό και τον Δεκαπενταύγουστο γιορτάζεται η «εις ουρανούς μετάσταση» ενός ανθρώπου ζώντος. Η Κοίμησή της δεν είναι ένα απλώς ένα δεύτερο Πάσχα, ένα θαυμαστό γεγονός νίκης της Ζωής επί του Θανάτου. Είναι μετάβαση -ή καλύτερα ανάβαση – μας προς το πρωτότυπο.
Η υπενθύμιση ότι ο Άνθρωπος μπορεί να τα καταφέρει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου